Γράφει ο Ιωσήφ Παπαδόπουλος.
Μεσάνυχτα Σαββάτου της 7ης Μαίου του σωτηρίου έτους 2016 στο χωριό Φωτεινά της Πιερίας. Τζιπ της ελληνικής αστυνομίας ή της Τροχαίας (περιμένω να μάθω... δι' αλληλογραφίας), με δύο αστυνομικούς, σταματάει έξω από την πόρτα του αυτοκινούμενου, μέσα στο οποίο κοιμόμουν με την καπετάνισσα, έχοντας αναμμένα τα φώτα του και παρκάροντας στη μέση του αντίθετου ρεύματος κυκλοφορίας (ευτυχώς που δεν έτυχε να περάσει άλλο αυτοκίνητο εκείνη την ώρα γιατί διαφορετικά θα είχαμε τραγωδία, και μάλιστα βιντεοσκοπημένη).
"Κάποιος κτυπάει την πόρτα του τροχόσπιτου", λέει η καπετάνισσα. Πετάγομαι απ' το κρεββάτι ενώ είμαι έτοιμος για τα πάντα. Ποιος να είναι στις 12 τα μεσάνυχτα εδώ στη ερημιά; Κατεβαίνω από τη σοφίτα με τα σώβρακα, αρπάζω μια σιδερένια μασιά, που έχω για να ανακατέβω τα κάρβουνα, και χαμηλώνω λίγο το σκίαστρο της πόρτας. Δεν ανοίγεις ποτέ μέσα στα άγρια μεσάνυχτα αν δεν ελέγξεις πρώτα ποιος είναι ο "επισκέπτης". Αυτό είναι κανόνας.